ΕΛΛ | ΕΝ

Μία ασυνήθιστη «εικόνα» από την Καππαδοκία(1322)

Μία ασυνήθιστη «εικόνα» από την Καππαδοκία

Εικόνα με την αλληγορική παράσταση «Εξομολογητάριον».
Τέλη 18ου-αρχές 19ου αιώνα.
ΒΧΜ 1322

Η παράσταση με τον τίτλο «Εξομολογητάριον» αναφέρεται με αλληγορικό τρόπο στο εκκλησιαστικό μυστήριο της εξομολόγησης και στις συνέπειές του. Δείχνει έναν πιστό που εξομολογείται στον ιερέα τις αμαρτίες του, οι οποίες βγαίνουν από το στόμα του με τη μορφή φιδιών. Πιο αριστερά, ο πιστός εικονίζεται ντυμένος στα λευκά να δέχεται τη συγχωρητική ευχή από τον ιερέα και, ανάλαφρος πια, να συνοδεύεται στον δρόμο του από τον άγγελο που του υποδεικνύει πάνω αριστερά αυτό που κέρδισε με την πράξη της εξομολόγησης: τον Παράδεισο. Στο άνω μέρος της παράστασης εικονίζεται η Αγία Τριάδα και άγγελοι – οι δύο πρώτοι κρατούν στεφάνι και δέλτο με την επιγραφή «ΛΕΓΩ ΓΑΡ ΥΜΙΝ ΟΤΙ ΧΑΡΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΕΝ ΟΥΡΑΝΩ ΕΠΙ ΕΝΙ ΑΜΑΡΤΩΛΩ [ΜΕΤΑΝΟΟΥΝΤΙ]» (παράφραση του χωρίου 15:7 από το Ευαγγέλιο του Λουκά). Στο κάτω μέρος της παράστασης εικονίζεται η Κόλαση, με τους αμαρτωλούς ομαδοποιημένους ανάλογα με το αμάρτημά τους.

Στις επαρχίες της ορθόδοξης εκκλησίας το συγκεκριμένο εικονογραφικό θέμα γνωρίζει τη μεγαλύτερη διάδοσή του στη μορφή που το βλέπουμε εδώ. Η μορφή αυτή εμφανίστηκε κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα, άλλες μορφές όμως, λίγο διαφορετικές από αυτήν που βλέπουμε εδώ, υπήρχαν ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα. Η εμφάνιση του θέματος σχετίζεται με την ανάγκη της Εκκλησίας να επισημάνει στους πιστούς τον κίνδυνο που θα διέτρεχαν, αν αμελούσαν να τηρούν τακτικά το μυστήριο της εξομολόγησης. Το ότι υπήρξε η ανάγκη τέτοιας επισήμανσης με παραστατικό τρόπο σημαίνει ότι πολλοί πιστοί όντως είχαν απομακρυνθεί από το συγκεκριμένο μυστήριο.

Ξέρουμε ότι η σημασία του μυστηρίου της εξομολόγησης επισημαίνεται και σε εκκλησιαστικά κείμενα ήδη από τον 17ο αιώνα. Πιο συγκεκριμένα, τον 17ο αιώνα εμφανίστηκαν ορθόδοξα έντυπα «Εξομολογητάρια», βιβλία τα οποία αντλούσαν την καταγωγή τους από τη ρωμαιοκαθολική εκκλησία, περιέγραφαν τη σημασία και το τυπικό του μυστηρίου της εξομολόγησης και έδιναν οδηγίες για το πώς έπρεπε να τελείται. Ανάλογες παραινέσεις πρέπει να υποθέσουμε ότι έδιναν ιερείς και ιεροκήρυκες από τον άμβωνα μέσα στους ίδιους τους ναούς, κατά τη διάρκεια της λειτουργίας ή και σε άλλες περιστάσεις.

Το συγκεκριμένο έργο που παρουσιάζουμε εδώ έχει μεν ζωγραφιστεί με την τεχνική της φορητής εικόνας, αλλά δεν αποτελούσε αντικείμενο λατρείας, όπως η κανονική εικόνα. Αποτελεί «εικόνα» που φτιάχτηκε με σκοπό την εκκλησιαστική διδαχή, ένα κήρυγμα που απευθύνεται στον πιστό με εικονιστικό τρόπο.

Το έργο προέρχεται από ελληνόφωνη κοινότητα της Καππαδοκίας, δεν γνωρίζουμε όμως από ποια ακριβώς. Ο Γεώργιος Σωτηρίου το παρέλαβε με απόδειξη από την Επιτροπή Κειμηλίων στις 16 Φεβρουαρίου 1925. Το ίδιο έτος ο Σωτηρίου παρέλαβε ένα σχεδόν πανομοιότυπο έργο (διαφέρει μόνο στο ότι δεν δείχνει την Κόλαση στο κάτω μέρος), προσφυγικό κειμήλιο και αυτό, από το Ταβλοσούν της Καισάρειας (ΒΧΜ 10800). Και τα δύο έργα (ΒΧΜ 1322, ΒΧΜ 10800) τα εξέθεσε στην αριστερή πτέρυγα της αυλής της «Βίλας Ιλίσια» το 1930, στον τοίχο μιας αίθουσας, στον οποίο συγκέντρωσε έργα «βυζαντινής και μεταβυζαντινής λαογραφίας». Η αναφορά στον «λαϊκό» παράγοντα δείχνει ότι ο Σωτηρίου ήταν σε θέση να εκτιμήσει, ήδη από την εποχή εκείνη, τον νεωτεριστικό χαρακτήρα των έργων αυτών, δηλαδή το ότι παραπέμπουν σε φαινόμενα που σχετίζονταν με τη μαζική μεταβολή των μεσαιωνικών νοοτροπιών. Το έργο που παρουσιάζουμε εδώ (ΒΧΜ 1322) παρέμεινε στην ίδια αίθουσα έως τη δεκαετία του 1990, όταν ο συγκεκριμένος χώρος έπαψε να είναι εκθεσιακός. Μεταφέρθηκε στην αποθήκη, και από εκεί, το 2010, στη νέα μόνιμη έκθεση.